Ετήσιος γυναικολογικός έλεγχος

Τι περιλαμβάνει ο ετήσιος γυναικολογικός έλεγχος;

1.    Ιατρικό Ιστορικό:
2.    Κλινική Εξέταση:
3.    Τεστ Παπανικολάου (Pap Test)
4.    Υπερηχογράφημα Πυέλου
5.    Ψηλάφηση μαστών
6.    Μαστογραφία και Υπέρηχος Μαστών (εφόσον χρειάζεται) 

Γιατί είναι σημαντικός;
Βοηθά στην έγκαιρη διάγνωση σοβαρών παθήσεων, όπως καρκίνος του τραχήλου, των ωοθηκών και των μαστών, καθώς και στη διάγνωση κύστεων, ινομυωμάτων και λοιμώξεων.

Πότε πρέπει να γίνεται;
Από την ηλικία των 21 ετών ή νωρίτερα αν υπάρχει σεξουαλική δραστηριότητα, με προσαρμογές ανάλογα με την ηλικία και το ιατρικό ιστορικό.

Προετοιμασία πριν την εξέταση
Αποφύγετε τη σεξουαλική επαφή και τη χρήση κολπικών προϊόντων για 48 ώρες πριν την εξέταση, ώστε να διασφαλιστεί η ακρίβεια των αποτελεσμάτων.

Τεστ Παπανικολάου (Pap Test)Το Pap Test είναι μια απλή, ανώδυνη εξέταση που εντοπίζει προκαρκινικές αλλοιώσεις στον τράχηλο της μήτρας και προλαμβάνει τον καρκίνο.

Thin Prep – Βελτιωμένη Μορφή Pap Test
Μια πιο σύγχρονη και αξιόπιστη μέθοδος που:
✔ Προσφέρει καλύτερη ανάλυση κυττάρων
✔ Μειώνει τα ψευδώς αρνητικά αποτελέσματα
✔ Επιτρέπει την ανίχνευση του HPV

Διαδικασία

Ο γυναικολόγος συλλέγει κύτταρα από τον τράχηλο με ειδική βούρτσα. Η διαδικασία διαρκεί λίγα λεπτά και είναι ανώδυνη.

Πότε πρέπει να γίνεται;
Ξεκινά από τα 21 έτη ή εντός 3 ετών από την έναρξη της σεξουαλικής δραστηριότητας. Ανάλογα με τα αποτελέσματα, επαναλαμβάνεται κάθε 1-3 χρόνια.

Προετοιμασία για το Pap Test
Αποφύγετε τη σεξουαλική επαφή, κολπικά φάρμακα και πλύσεις 48 ώρες πριν. Δεν συνιστάται κατά την έμμηνο ρύση.



Έλεγχος HPV

Ο ιός των ανθρωπίνων θηλωμάτων (HPV) είναι ο πιο συχνός σεξουαλικώς μεταδιδόμενος ιός, με ορισμένα στελέχη να συνδέονται με αυξημένο κίνδυνο καρκίνου του τραχήλου της μήτρας. Ο έλεγχος HPV ανιχνεύει υψηλού κινδύνου στελέχη του ιού και βοηθά στην πρόληψη και έγκαιρη διάγνωση κυτταρικών αλλοιώσεων.

Πότε συνιστάται;
✔ Συνήθως σε συνδυασμό με το Τεστ Παπανικολάου ή αυτόνομα
✔ Κυρίως για γυναίκες άνω των 30 ετών
✔ Σε νεότερες γυναίκες με ιστορικό παθολογικών αποτελεσμάτωνΜε τακτικό έλεγχο, μειώνεται ο κίνδυνος σοβαρών επιπλοκών και επιτυγχάνεται έγκαιρη παρέμβαση.

Τι να κάνετε αν διαγνωστείτε με HPV
Η διάγνωση HPV είναι συχνή και στις περισσότερες περιπτώσεις, ο ιός υποχωρεί χωρίς προβλήματα. Ωστόσο, η σωστή διαχείριση είναι σημαντική:

1️⃣Τακτική παρακολούθηση με Pap Test ή κολποσκόπηση για έλεγχο κυτταρικών αλλαγών.
2️⃣ Αποφυγή καπνίσματος, καθώς αυξάνει τον κίνδυνο επιπλοκών.
3️⃣ Ασφαλείς σεξουαλικές πρακτικές, με χρήση προφυλακτικών για μείωση της μετάδοσης.
4️⃣ Εμβολιασμός HPV, ακόμα και μετά τη διάγνωση, για προστασία από άλλα στελέχη.
5️⃣ Συζήτηση με τον γιατρό σας για την κατάλληλη παρακολούθηση ή θεραπεία.Ο HPV δεν σημαίνει απαραίτητα καρκίνο. Με την κατάλληλη φροντίδα, ο κίνδυνος επιπλοκών μειώνεται σημαντικά.

Μαιευτική

Η μαιευτική αποτελεί έναν θεμελιώδη τομέα της γυναικολογικής φροντίδας, προσφέροντας υποστήριξη και εξειδικευμένες υπηρεσίες σε όλες τις φάσεις της εγκυμοσύνης και του τοκετού. Από την προετοιμασία πριν τη σύλληψη, την τακτική παρακολούθηση της κύησης, και τη διαχείριση κύησης υψηλού κινδύνου, μέχρι τον φυσιολογικό τοκετό, την καισαρική τομή, και τον φυσιολογικό τοκετό μετά από καισαρική (VBAC), η φροντίδα είναι εξατομικευμένη και προσαρμοσμένη στις ανάγκες κάθε γυναίκας. Επιπλέον, παρέχεται υποστήριξη για τον τερματισμό της εγκυμοσύνης, πάντα με σεβασμό και διακριτικότητα. Η ασφάλεια και η ευεξία της γυναίκας και του μωρού βρίσκονται στο επίκεντρο κάθε υπηρεσίας.

Εμβρυομητρική ιατρική

Η Εμβρυομητρική Ιατρική είναι ένας εξειδικευμένος κλάδος της ιατρικής που επικεντρώνεται στην παρακολούθηση της υγείας του εμβρύου και της μητέρας κατά τη διάρκεια της κύησης. Μέσω εξελιγμένων διαγνωστικών μεθόδων και εξειδικευμένων υπερήχων, επιτυγχάνεται η έγκαιρη ανίχνευση πιθανών επιπλοκών και η ακριβής αξιολόγηση της ανάπτυξης και των ζωτικών λειτουργιών του εμβρύου, συμβάλλοντας στην εξασφάλιση της βέλτιστης πορείας της εγκυμοσύνης και του τοκετού.

Ο ιατρός είναι εξειδικευμένος στην Εμβρυομητρική Ιατρική, έχοντας εκπαιδευτεί δίπλα στον παγκοσμίου φήμης καθηγητή και «πατέρα» της Εμβρυομητρικής Ιατρικής, Καθηγητή Κύπρο Νικολαΐδη. Επιπλέον, κατέχει ενεργή πιστοποίηση από τον Fetal Medicine Foundation (FMF), οργανισμό με διεθνή αναγνώριση για την προαγωγή της έρευνας και των διαγνωστικών πρακτικών στην προγεννητική ιατρική.

Bασικές εξετάσεις

Ποιες είναι οι βασικές εξετάσεις που είναι απαραίτητες σε κάθε εγκυμοσύνη;

Ορισμένες διαγνωστικές εξετάσεις αποτελούν θεμέλιο για την εκτίμηση της εξέλιξης της κύησης

  • Αυχενική Διαφάνεια: Στο πρώτο τρίμηνο, μεταξύ 11ης και 14ης εβδομάδας, εκτιμά τον κίνδυνο εμφάνισης χρωμοσωμικών ανωμαλιών, με βάση την αυχενική πτυχή του εμβρύου.
  • Υπέρηχος Β' Επιπέδου: Στο δεύτερο τρίμηνο, ο έλεγχος αυτός εξετάζει λεπτομερώς την ανατομία του εμβρύου, αξιολογώντας τη δομή και την ανάπτυξή του.
  • Doppler Υπερηχογράφημα: Στο τρίτο τρίμηνο, παρέχει πληροφορίες για τη ροή του αίματος και την κατάσταση του εμβρύου, συμβάλλοντας στη διασφάλιση της υγιούς εξέλιξής του.

Ποιες είναι οι επεμβατικές εξετάσεις που μπορεί να χρειαστούν σε μια εγκυμοσύνη;

Σε ορισμένες περιπτώσεις μπορεί να χρειαστούν επεμβατικές εξετάσεις για πιο λεπτομερή ανάλυση:

  • Λήψη Τροφοβλάστης (CVS): Διενεργείται στο πρώτο τρίμηνο, μεταξύ 11ης και 13ης εβδομάδας, και αφορά τη λήψη δείγματος από τον πλακούντα για γενετική ανάλυση.
  • Αμνιοπαρακέντηση: Γίνεται μετά τη 16η εβδομάδα και περιλαμβάνει τη λήψη αμνιακού υγρού για τη διάγνωση χρωμοσωμικών ανωμαλιών και κληρονομικών παθήσεων.

Με την εξειδίκευσή μας στην Εμβρυομητρική Ιατρική και την υποστήριξη σύγχρονων διαγνωστικών εργαλείων, εξασφαλίζουμε την καλύτερη δυνατή φροντίδα για την εγκυμοσύνη. Προσφέρουμε εξατομικευμένη υποστήριξη σε κάθε μέλλουσα μητέρα, εξασφαλίζοντας ότι η κύηση και η εξέλιξή της παρακολουθούνται σε βάθος, με γνώμονα την ασφάλεια και την υγεία του εμβρύου και της μητέρας.

Το υπερηχογράφημα πρώτου τριμήνου, γνωστό στο ευρύ κοινό ως αυχενική διαφάνεια, αποτελεί μια σημαντική εξέταση για την έγκυο, προσφέροντας πολύτιμες πληροφορίες για την υγεία του εμβρύου. Διενεργείται μεταξύ της 11ης και 14ης εβδομάδας κύησης και είναι ο πρώτος αναλυτικός έλεγχος του εμβρύου κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης.

Αν και συχνά συνδέεται κυρίως με τον υπολογισμό των πιθανοτήτων για σύνδρομο Down, η αυχενική διαφάνεια προσφέρει περισσότερες πληροφορίες για την υγεία του εμβρύου και την πορεία της εγκυμοσύνης. Κατά την εξέταση αυτή, ελέγχονται τα εξής:

  • Πάχος αυχενικής διαφάνειας και λοιποί δείκτες χρωμοσωμικών ανωμαλιών, όπωςτο ρινικό οστό, η ροή στην τριγλώχινα βαλβίδα και η ροή στον φλεβώδη πόρο.
  • Ανατομικός έλεγχος του εμβρύου για την ανίχνευση πιθανών μείζονων ανωμαλιών.
  • Έλεγχος του πλακούντα για την αξιολόγηση της φυσιολογικής του ανάπτυξης και θέσης.
  • Αντίσταση στις μητριαίες αρτηρίες για την εκτίμηση της πιθανότητας εμφάνισης προεκλαμψίας ή πλακουντιακής ανεπάρκειας.
  • Μήκος του τραχήλου της μήτρας για την πρόβλεψη του κινδύνου πρόωρου τοκετού.
  • Μέτρηση βιοχημικών παραγόντων όπως η β-hCG, PAPP-A, και PLGF.
  • Συνδυασμός των παραπάνω δεικτών μέσω ειδικού αλγόριθμου του Fetal Medicine Foundation, ο οποίος υπολογίζει το εξατομικευμένο ρίσκο του εμβρύου για τρισωμίες 21 (Down), 18 (Edwards), και 13 (Patau).

Πότε τα αποτελέσματα θεωρούνται υψηλού, μετρίου ή χαμηλού ρίσκου και τι προτείνεται σε κάθε περίπτωση;

Τα αποτελέσματα της αυχενικής διαφάνειας ταξινομούνται ως χαμηλού, μέτριου ή υψηλού κινδύνου:

  • Χαμηλού κινδύνου (πιθανότητες πάνω από 1/1000): Συνήθως προτείνεται η συνέχιση της κύησης με τους συνήθεις προγεννητικούς ελέγχους.
  • Μέτριου κινδύνου (πιθανότητες μεταξύ 1/300 και 1/1000): Μπορεί να προταθούν επιπλέον μη επεμβατικές εξετάσεις, όπως το NIPT (Non-Invasive Prenatal Testing).
  • Υψηλού κινδύνου (πιθανότητες κάτω από 1/300): Συνιστάται η περαιτέρω διερεύνηση με επεμβατικές εξετάσεις, όπως αμνιοπαρακέντηση ή λήψη τροφοβλάστης, για ακριβέστερη διάγνωση.

Πόσο ακριβής είναι η εξέταση της αυχενικής διαφάνειας στο να εντοπίζει μωρά με τρισωμίες 21, 18 και 13;

Η αυχενική διαφάνεια, όταν συνδυάζεται με βιοχημικούς δείκτες (β-hCG και PAPP-A) και άλλους υπερηχογραφικούς δείκτες, μπορεί να εντοπίσει με υψηλή ακρίβεια τις τρισωμίες 21 (σύνδρομο Down), 18 (Edwards) και 13 (Patau):

  • Τρισωμία 21 (σύνδρομο Down): Η ακρίβεια της εξέτασης για την ανίχνευση του συνδρόμου Down ξεπερνά το 90%, ιδιαίτερα όταν εφαρμόζεται το συνδυαστικό τεστ (υπερηχογράφημα αυχενικής διαφάνειας και βιοχημικοί δείκτες) σε συνδυασμό με την ηλικία της μητέρας.
  • Τρισωμία 18 (σύνδρομο Edwards) και Τρισωμία 13 (σύνδρομο Patau): Η ακρίβεια εντοπισμού αυτών των τρισωμιών είναι επίσης υψηλή, με ποσοστά που φτάνουν έως και το 90%. Ωστόσο, η ευαισθησία της εξέτασης μπορεί να ποικίλλει, και σε περιπτώσεις υψηλού κινδύνου συνιστώνται επεμβατικές εξετάσεις για επιβεβαίωση.

Παρά την υψηλή ακρίβεια, η αυχενική διαφάνεια παραμένει ένα τεστ διαλογής και όχι διάγνωσης. Σε περιπτώσεις αυξημένου κινδύνου, οι γονείς ενημερώνονται για τα επόμενα βήματα που μπορούν να επιβεβαιώσουν ή να αποκλείσουν την παρουσία χρωμοσωμικών ανωμαλιών.

Με ποιες άλλες παθήσεις συνδέεται αυξημένη αυχενική διαφάνεια;

Η αυξημένη αυχενική διαφάνεια συνδέεται με μια σειρά από άλλες παθήσεις εκτός από τοσύνδρομο Down, όπως:

  1. Άλλες χρωμοσωμικές ανωμαλίες: Εκτός από την τρισωμία 21, μπορεί να σχετίζεται με την τρισωμία 18 (σύνδρομο Edwards), την τρισωμία 13 (σύνδρομο Patau) και άλλες σπάνιες χρωμοσωμικές ανωμαλίες.
  2. Συγγενείς καρδιοπάθειες: Η αυξημένη αυχενική διαφάνεια συνδέεται επίσης με καρδιακές ανωμαλίες του εμβρύου, όπως δυσπλασίες της καρδιάς και των μεγάλων αγγείων. Αυτή η σύνδεση καθιστά την εξέταση πολύτιμη για την έγκαιρη παραπομπή σε εξειδικευμένο καρδιολογικό έλεγχο του εμβρύου.
  3. Σύνδρομα γενετικών παθήσεων: Ορισμένα σύνδρομα γενετικών ανωμαλιών, όπως το σύνδρομο Noonan και το σύνδρομο Turner, μπορούν επίσης να συνδέονται με αυξημένη αυχενική διαφάνεια.
  4. Σκελετικές δυσπλασίες: Σε κάποιες περιπτώσεις, αυξημένη αυχενική διαφάνεια συνδέεται με σκελετικές δυσπλασίες, που επηρεάζουν την ανάπτυξη των οστών και των αρθρώσεων του εμβρύου.
  5. Εμβρυϊκό οίδημα: Το γενικευμένο οίδημα στο έμβρυο (εμβρυϊκό ύδρωπα) μπορεί επίσης να αυξήσει το πάχος της αυχενικής διαφάνειας. Αιτίες μπορεί να περιλαμβάνουν αιματολογικές ασθένειες, λοιμώξεις ή άλλες παθολογικές καταστάσεις που προκαλούν συσσώρευση υγρού.

Η αυξημένη αυχενική διαφάνεια λειτουργεί ως δείκτης για την περαιτέρω διερεύνηση της υγείας του εμβρύου, και σε περιπτώσεις που παρατηρείται αυξημένο πάχος, συνιστώνται πρόσθετες διαγνωστικές εξετάσεις και εξειδικευμένος έλεγχος για την επιβεβαίωση ή την εξαίρεση συγκεκριμένων παθήσεων.

Υπερηχογράφημα Πρώτου Τριμήνου (Αυχενική Διαφάνεια)

NIPT (Μη Επεμβατικός Προγεννητικός Έλεγχος)

Η εξέταση NIPT (Non-Invasive Prenatal Testing), ή ΜηΕπεμβατικός Προγεννητικός Έλεγχος, είναι μια σύγχρονη διαγνωστική μέθοδος πουεπιτρέπει την ανίχνευση χρωμοσωμικών ανωμαλιών στο έμβρυο μέσω της ανάλυσης τουελεύθερου εμβρυϊκού DNA που κυκλοφορεί στο αίμα της μητέρας. Η εξέτασηαυτή πραγματοποιείται συνήθως μετά τη 10η εβδομάδα της κύησης, χωρίς νααπαιτείται επεμβατική διαδικασία, όπως η αμνιοπαρακέντηση ή η λήψητροφοβλάστης.

Τιανιχνεύει το NIPT;

Το NIPT ελέγχει κυρίως για τις πιο συχνές χρωμοσωμικές ανωμαλίες:

  • Τρισωμία 21 (σύνδρομο Down), που αποτελεί την πιο συχνή χρωμοσωμική διαταραχή.
  • Τρισωμία 18 (σύνδρομο Edwards) και Τρισωμία 13 (σύνδρομο Patau), οι οποίες είναι σοβαρές και συχνά οδηγούν σε ανωμαλίες που επηρεάζουν την επιβίωση του εμβρύου.
  • Ορισμένα πακέτα NIPT έχουν τη δυνατότητα να ανιχνεύσουν μικροελλειπτικά σύνδρομα, όπως το σύνδρομο DiGeorge, με ακρίβεια που φτάνει σε ποσοστά 70-80%.
  • Επιπλέον, ορισμένες εκδόσεις του NIPT μπορούν να ανιχνεύσουν ανωμαλίες στα χρωμοσώματα του φύλου και άλλες σπάνιες γενετικές διαταραχές.

Η ευελιξία αυτή καθιστά το NIPT ένα εξαιρετικά χρήσιμο εργαλείο για την προγεννητική ανίχνευση μιας σειράς παθολογιών, επιτρέποντας την έγκαιρη διάγνωση και προγραμματισμό της φροντίδας του εμβρύου και της μητέρας.

Ποιαείναι τα πλεονεκτήματα της εξέτασης NIPT;

Ηεξέταση NIPT παρουσιάζει αρκετά πλεονεκτήματα σε σχέση με άλλεςδιαγνωστικές μεθόδους:

  • Μη επεμβατική: Πραγματοποιείται μέσω μιας απλής αιμοληψίας, εξαλείφοντας τον κίνδυνο αποβολής που μπορεί να συνοδεύει τις επεμβατικές εξετάσεις.
  • Υψηλή ακρίβεια: Ειδικά για την τρισωμία 21, η ακρίβεια της εξέτασης φτάνει ή και ξεπερνά το 99%.
  • Γρήγορα αποτελέσματα: Τα αποτελέσματα είναι διαθέσιμα μέσα σε λίγες ημέρες, παρέχοντας έγκαιρη πληροφόρηση για την υγεία του εμβρύου.

Σε ποιες περιπτώσεις συνιστάται το NIPT;

Η εξέταση NIPT συνιστάταικυρίως για:

  • Έγκυες γυναίκες άνω των 35 ετών, όπου αυξάνεται ο κίνδυνος χρωμοσωμικών ανωμαλιών.
  • Περιπτώσεις αυξημένου κινδύνου από άλλες εξετάσεις διαλογής, όπως η αυχενική διαφάνεια.
  • Όσες επιθυμούν μια μη επεμβατική επιλογή για τον έλεγχο χρωμοσωμικών ανωμαλιών.

Το ιατρείο μας συνεργάζεται με εξειδικευμένο εργαστήριο που παρέχει την εξέταση NIPT με τεχνολογία NGS (Next Generation Sequencing), η οποία θεωρείται η ακριβέστερη και πιο σύγχρονη τεχνική ανάλυσης εμβρυϊκού DNA. Το NGS εξασφαλίζει την ανίχνευση των χρωμοσωμικών ανωμαλιών με τη μεγαλύτερη δυνατή ακρίβεια, προσφέροντας μια ασφαλή και αξιόπιστη μέθοδο εκτίμησης του κινδύνου για χρωμοσωμικές ανωμαλίες. Σε περιπτώσεις θετικού αποτελέσματος, προτείνονται επεμβατικές εξετάσεις για την επιβεβαίωση της διάγνωσης.

Χρειάζεται νακάνω NIPT αν έχω κάνει το υπερηχογράφημα πρώτου τριμήνου με φυσιολογικά αποτελέσματα;

Εάν έχετε πραγματοποιήσει το υπερηχογράφημα πρώτου τριμήνου με φυσιολογικά αποτελέσματα, η ανάγκη για το NIPT μπορεί να εξαρτάται από διάφορους παράγοντες και προσωπικές προτεραιότητες, όπως τα οφέλη της εξέτασης σε σχέση με το επιπλέον κόστος της. Πράγματι, η απόφαση για τη διενέργεια και των δύο εξετάσεων δεν είναι πάντα απλή, καθώς το NIPT προσφέρει συγκεκριμένα πλεονεκτήματα που μπορεί να είναι ιδιαίτερα χρήσιμα σε ορισμένες περιπτώσεις.Τα οφέλη της εξέτασης NIPT σε σύγκριση με το υπερηχογράφημα αυχενικής διαφάνειας περιλαμβάνουν:

  • Μεγαλύτερη ευαισθησία στην εντόπιση τρισωμιών 21, 18, και 13: Το NIPT έχει ευαισθησία περίπου 99% για την τρισωμία 21 (σύνδρομο Down) σε σύγκριση με την αυχενική διαφάνεια, η οποία παρέχει ευαισθησία περίπου 90-92% όταν συνδυάζεται με βιοχημικούς δείκτες.
  • Ακριβέστερος εντοπισμός ανωμαλιών φυλετικών χρωμοσωμάτων: Το NIPT έχει ευαισθησία 85-95% για την ανίχνευση ανωμαλιών στα φυλετικά χρωμοσώματα, όπως το σύνδρομο Turner και το σύνδρομο Klinefelter. Η αυχενική διαφάνεια δεν είναι ειδικά σχεδιασμένη για αυτές τις ανωμαλίες και βασίζεται σε δευτερογενή ευρήματα.
  • Δυνατότητα ανίχνευσης μικροελλειπτικών συνδρόμων: Ορισμένα πακέτα NIPT μπορούν να ανιχνεύσουν μικροελλειπτικά σύνδρομα, όπως το σύνδρομο DiGeorge, με ευαισθησία που φτάνει το 70-80%. Η αυχενική διαφάνεια δεν έχει αυτή τη δυνατότητα.

Παρά το αυξημένο κόστος της εξέτασης NIPT, τα οφέλη της, ειδικά σε περιπτώσεις υψηλού κινδύνου ή σε ζευγάρια που επιθυμούν υψηλότερη ακρίβεια, καθιστούν τη διαδικασία ιδανική για μια πιο λεπτομερή εκτίμηση της χρωμοσωμικής υγείας του εμβρύου.

Χρειάζεται να κάνω την εξέταση αυχενικής διαφάνειας άμα έχω κάνει ΝΙΠΤ στο πρώτο τρίμηνο και ήταν φυσιολογικό;

Αν έχετε ήδη κάνει την εξέταση NIPT στο πρώτο τρίμηνο, η αυχενική διαφάνεια εξακολουθεί να είναι χρήσιμη για διάφορους λόγους και συνήθως συνιστάται να γίνεται. Η αυχενική διαφάνεια δεν περιορίζεται μόνο στον εντοπισμό χρωμοσωμικών ανωμαλιών, αλλά παρέχει και σημαντικές επιπλέον πληροφορίες που το NIPT δεν μπορεί να ανιχνεύσει:

  • Ανατομικός έλεγχος του εμβρύου: Η αυχενική διαφάνεια επιτρέπει έναν αρχικό έλεγχο για μείζονες ανατομικές ανωμαλίες του εμβρύου, όπως καρδιοπάθειες και σκελετικές δυσπλασίες, που μπορεί να μην συνδέονται με χρωμοσωμικές ανωμαλίες.
  • Έλεγχος για προεκλαμψία και πλακουντιακή ανεπάρκεια: Κατά την αυχενική διαφάνεια εκτιμάται η αντίσταση στις μητριαίες αρτηρίες, που μπορεί να υποδείξει τον κίνδυνο για προεκλαμψία ή άλλες επιπλοκές του πλακούντα.
  • Εκτίμηση κινδύνου πρόωρου τοκετού: Το μήκος του τραχήλου της μήτρας μπορεί να δώσει πληροφορίες σχετικά με τον κίνδυνο πρόωρου τοκετού.

Εν ολίγοις, το NIPT καλύπτει κυρίως τις χρωμοσωμικές ανωμαλίες, ενώ η αυχενική διαφάνεια παρέχει μια πιο συνολική εικόνα της εγκυμοσύνης και της κατάστασης του εμβρύου. Συνεπώς, συνιστάται ο συνδυασμός τους, ειδικά για τον έγκαιρο εντοπισμό ανατομικών ή άλλων παραγόντων κινδύνου που το NIPT δεν μπορεί να ανιχνεύσει.

Λεπτομερής Έλεγχος Ανάπτυξης και Υγείας του Εμβρύου

Το υπερηχογράφημα Β Επιπέδου, το οποίο πραγματοποιείται στο δεύτερο τρίμηνο της εγκυμοσύνης (μεταξύ της 20ης και 24ης εβδομάδας), είναι μια εξαιρετικά σημαντική εξέταση που προσφέρει αναλυτική εικόνα για την ανάπτυξη και την υγεία του εμβρύου. Πρόκειται για μια πλήρη και εξειδικευμένη εξέταση, η οποία έχει αποδειχθεί εξαιρετικά αποτελεσματική στον εντοπισμό συγγενών ανωμαλιών και άλλων ανατομικών προβλημάτων. Με βάση διεθνείς μελέτες, το υπερηχογράφημα Β Επιπέδου μπορεί να ανιχνεύσει περίπου το 60-80% των σοβαρών ανατομικών ανωμαλιών, καθιστώντας το ένα από τα πιο αξιόπιστα μέσα για τον προγεννητικό έλεγχο.

Κατά τη διάρκεια της εξέτασης, ελέγχονται διεξοδικά τα εξής συστήματα του εμβρύου

Κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης, προσφέρουμε συνεχή ενημέρωση και συμβουλές για να προετοιμάσουμε τη μητέρα για τον φυσιολογικό τοκετό. Μέσα από τις συνεδρίες προετοιμασίας, μαθαίνουμε τεχνικές αναπνοής, χαλάρωσης και διαχείρισης του πόνου. Η ενημέρωση για τα στάδια του τοκετού, καθώς και οι διαθέσιμες επιλογές για ανακούφιση από τον πόνο, βοηθούν στη μείωση του άγχους και ενισχύουν την αυτοπεποίθηση της μέλλουσας μητέρας.

  1. Νευρικό Σύστημα
    Ελέγχεται η δομή του εγκεφάλου, συμπεριλαμβανομένων των εγκεφαλικών κοιλιών, της παρεγκεφαλίδας και του μεσολοβίου. Επιπλέον, αξιολογείται η σπονδυλική στήλη για την ανίχνευση πιθανών ανωμαλιών, όπως η δισχιδής ράχη ή άλλες δυσπλασίες.
  2. Καρδιαγγειακό Σύστημα
    Η καρδιά του εμβρύου εξετάζεται λεπτομερώς, δίνοντας ιδιαίτερη προσοχή στις κοιλίες, στους κόλπους και στα μεγάλα αγγεία που συνδέονται με την καρδιά, όπως η αορτή και η πνευμονική αρτηρία. Η εξέταση αυτή επιτρέπει την ανίχνευση συγγενών καρδιοπαθειών, οι οποίες μπορούν να επηρεάσουν την ανάπτυξη και τη λειτουργία του εμβρύου.
  3. Αναπνευστικό Σύστημα
    Παρόλο που οι πνεύμονες του εμβρύου δεν λειτουργούν πλήρως πριν τη γέννηση, η ανατομία και η θέση τους ελέγχονται, για να διασφαλιστεί ότι έχουν αναπτυχθεί κανονικά και ότι δεν υπάρχουν σημάδια ανωμαλιών.
  4. Πεπτικό Σύστημα
    Εξετάζονται το στομάχι, τα έντερα και η κοιλιακή χώρα του εμβρύου, για τον εντοπισμό τυχόν δομικών ανωμαλιών ή ενδείξεων απόφραξης. Η σωστή θέση και η λειτουργία αυτών των οργάνων είναι ζωτικής σημασίας για την υγεία του εμβρύου.
  5. Ουροποιητικό Σύστημα
    Αξιολογούνται τα νεφρά, οι ουρητήρες και η ουροδόχος κύστη. Η καλή λειτουργία και η σωστή ανάπτυξη αυτών των οργάνων είναι σημαντικές, καθώς διασφαλίζουν την ομαλή αποβολή των υγρών από τον οργανισμό του εμβρύου.
  6. Μυοσκελετικό Σύστημα
    Ελέγχονται τα άκρα, τα χέρια, τα πόδια και η σκελετική δομή του εμβρύου. Αυτό επιτρέπει την ανίχνευση ανωμαλιών, όπως η κονδυλοδυσπλασία, οι συνδακτυλίες και άλλες αναπτυξιακές διαταραχές των άκρων.
  7. Πλακούντας
    Αξιολογείται η θέση, η σύσταση και η λειτουργία του πλακούντα, καθώς και η ροή του αίματος προς και από το έμβρυο. Η εξέταση αυτή είναι σημαντική για την ανίχνευση ανωμαλιών, όπως η προδρομική θέση ή η αποκόλληση του πλακούντα, οι οποίες μπορούν να επηρεάσουν την εγκυμοσύνη και την ανάπτυξη του εμβρύου.

Το υπερηχογράφημα Β Επιπέδου αποτελεί μια πολύτιμη ευκαιρία για την πλήρη και λεπτομερή αξιολόγηση της υγείας και της ανάπτυξης του εμβρύου. Χρησιμοποιούμε την πλέον σύγχρονη τεχνολογία και εξοπλισμό υπερηχογραφίας, ώστε να εξασφαλίσουμε την ακρίβεια και την αξιοπιστία των ευρημάτων. Η εξειδίκευσή μας στην εμβρυομητρική ιατρική μας επιτρέπει να παρέχουμε ολοκληρωμένες συμβουλές και καθοδήγηση στους γονείς, απαντώντας σε κάθε απορία και υποστηρίζοντας τους με φροντίδα και ενσυναίσθηση σε κάθε στάδιο της εγκυμοσύνης.

Υπερηχογράφημα Ανάπτυξης (Doppler)

Το υπερηχογράφημα Doppler πραγματοποιείται συνήθως γύρω από την 32η εβδομάδα της εγκυμοσύνης και αποτελεί μία από τις σημαντικότερες εξετάσεις του τρίτου τριμήνου. Το πρώτο μέρος της εξέτασης επικεντρώνεται στην αξιολόγηση της ανάπτυξης του εμβρύου μέσω της βιομετρίας και την εκτίμηση του αμνιακού υγρού. Πιο συγκεκριμένα, περιλαμβάνει τη μέτρηση παραμέτρων όπως:

  1. Περίμετρος της κεφαλής: Αξιολογεί την ανάπτυξη του εγκεφάλου και του κεφαλιού του εμβρύου.
  2. Περίμετρος της κοιλιάς: Χρησιμοποιείται για την εκτίμηση της ανάπτυξης και της διατροφικής κατάστασης του εμβρύου.
  3. Μήκος του μηριαίου οστού: Παρέχει πληροφορίες για την ανάπτυξη του σκελετού του εμβρύου.
  4. Βαθύτερη λίμνη αμνιακού υγρού ή δείκτης αμνιακού υγρού: Αξιολογεί τη συνολική ποσότητα αμνιακού υγρού, η οποία αποτελεί ένδειξη για την υγεία και την ανάπτυξη του εμβρύου.
  5. Κινήσεις του μωρού: Η παρακολούθηση των κινήσεων εξασφαλίζει ότι το έμβρυο είναι ενεργό και αναπτύσσεται σωστά.
  6. Ωρίμανση του πλακούντα: Εξετάζεται η υφή και η θέση του πλακούντα, καθώς και η πιθανή παρουσία προβλημάτων που επηρεάζουν την ομαλή λειτουργία του.

Οι παραπάνω μετρήσεις επιτρέπουν την εκτίμηση του βάρους του εμβρύου και τη συνολική αξιολόγηση της ανάπτυξής του, διασφαλίζοντας ότι μεγαλώνει ομαλά και αναπτύσσεται σύμφωνα με τα πρότυπα της κύησης.

Η δεύτερη φάση της εξέτασης Doppler εστιάζει στην παρακολούθηση της ροής του αίματος προς και από το έμβρυο, καθώς και στη λειτουργία του πλακούντα. Συγκεκριμένα, εξετάζονται τα εξής:

  1. Ροή αίματος στις μητριαίες αρτηρίες
    Η ροή του αίματος από τη μητέρα προς τον πλακούντα ελέγχεται για να διασφαλιστεί η επάρκεια της αιμάτωσης, γεγονός που επηρεάζει άμεσα την παροχή θρεπτικών ουσιών και οξυγόνου προς το έμβρυο.
  2. Ροή αίματος στην ομφαλική αρτηρία
    Η αξιολόγηση της ροής του αίματος από τον πλακούντα προς το έμβρυο είναι κρίσιμη για την ορθή λειτουργία του πλακούντα και την επαρκή θρέψη του εμβρύου.
  3. Ροή αίματος στις εγκεφαλικές αρτηρίες του εμβρύου
    Η παρακολούθηση της ροής αίματος στον εγκέφαλο του εμβρύου βοηθά στην αξιολόγηση της οξυγόνωσης του εγκεφάλου και μπορεί να εντοπίσει καταστάσεις όπως η ενδομήτρια καθυστέρηση ανάπτυξης (IUGR).
  4. Ροή αίματος στο φλεβώδη πόρο
    Η εξέταση αυτή παρέχει πληροφορίες για τη λειτουργία της καρδιάς του εμβρύου και είναι χρήσιμη στην έγκαιρη ανίχνευση καρδιακών δυσλειτουργιών.

Το υπερηχογράφημα Doppler παρέχει μια ολοκληρωμένη εικόνα της ανάπτυξης, της ευεξίας και της ροής αίματος προς το έμβρυο. Η εκτίμηση της ανάπτυξης με βάση τη βιομετρία και την αξιολόγηση της αιμάτωσης βοηθά στην παρακολούθηση της ομαλής ανάπτυξης του εμβρύου.

Το τρίτο κομμάτι της εξέτασης περιλαμβάνει επαναληπτική εκτίμηση κάποιων ανατομικών δομών του εμβρύου, προκειμένου να εντοπιστούν τυχόν ανωμαλίες που μπορεί να έχουν εμφανιστεί μετά την εξέταση Β Επιπέδου.

Με την εξειδίκευσή μας και τη χρήση του πιο σύγχρονου εξοπλισμού, διασφαλίζουμε ότι το έμβρυο λαμβάνει την καλύτερη δυνατή φροντίδα και ότι οι γονείς έχουν πλήρη ενημέρωση για την υγεία και την ανάπτυξή του.

Βιοψία Χοριακών Λάχνων (CVS)

Έγκαιρη Διάγνωση Γενετικών Παθήσεων

Η βιοψία χοριακών λάχνων (CVS - Chorionic Villus Sampling) είναι μια επεμβατική προγεννητική εξέταση που πραγματοποιείται συνήθως μεταξύ της 11ης και 14ης εβδομάδας της κύησης. Η εξέταση παρέχει τη δυνατότητα διάγνωσης ορισμένων γενετικών και χρωμοσωμικών ανωμαλιών του εμβρύου, όπως το σύνδρομο Down, η κυστική ίνωση και άλλες κληρονομικές παθήσεις. Είναι ιδιαίτερα χρήσιμη σε περιπτώσεις αυξημένου κινδύνου για γενετικές ανωμαλίες ή όταν υπάρχει οικογενειακό ιστορικό γενετικών παθήσεων.

Η διαδικασία της βιοψίας χοριακών λάχνων μέσω της κοιλιακής οδού

Η λήψη του δείγματος πραγματοποιείται διακοιλιακά με τη χρήση υπερήχων για καθοδήγηση. Μια λεπτή βελόνα εισάγεται μέσω της κοιλιάς μέχρι τον πλακούντα και λαμβάνεται ένα μικρό δείγμα από τον ιστό των χοριακών λάχνων, το οποίο περιέχει το ίδιο γενετικό υλικό με το έμβρυο. Η διαδικασία πραγματοποιείται υπό τοπική αναισθησία και συνήθως διαρκεί λίγα λεπτά.

Πλεονεκτήματα και χρήσεις της βιοψίας χοριακών λάχνων

  • Έγκαιρη διάγνωση: Σε σύγκριση με την αμνιοπαρακέντηση, η βιοψία χοριακών λάχνων μπορεί να πραγματοποιηθεί νωρίτερα, παρέχοντας κρίσιμες πληροφορίες ήδη από το πρώτο τρίμηνο της κύησης.
  • Γενετική ανάλυση: Το δείγμα που λαμβάνεται αναλύεται για την ανίχνευση γενετικών ανωμαλιών, παρέχοντας στους γονείς και τους γιατρούς τη δυνατότητα να λάβουν σημαντικές αποφάσεις για τη διαχείριση της κύησης.
  • Αξιοπιστία: Η εξέταση προσφέρει υψηλό ποσοστό ακρίβειας στη διάγνωση γενετικών διαταραχών.

Κίνδυνοι και επιπλοκές

Όπως κάθε επεμβατική διαδικασία, η βιοψία χοριακών λάχνων ενέχει ορισμένους κινδύνους, όπως μικρή πιθανότητα αποβολής (μικρότερη από 1%), αιμορραγία ή πόνο στην περιοχή της κοιλιάς. Ωστόσο, οι κίνδυνοι είναι περιορισμένοι όταν η εξέταση πραγματοποιείται από εξειδικευμένο ιατρικό προσωπικό και σε εξειδικευμένα κέντρα.

Η βιοψία χοριακών λάχνων αποτελεί ένα σημαντικό εργαλείο για την αξιολόγηση της υγείας του εμβρύου, προσφέροντας έγκαιρες και κρίσιμες πληροφορίες. Με την εξειδίκευσή μας, παρέχουμε ασφαλή και αξιόπιστη καθοδήγηση στις οικογένειες που χρειάζονται γενετική διάγνωση, προσφέροντας στήριξη και φροντίδα σε κάθε στάδιο της διαδικασίας.

Αμνιοπαρακέντηση

Προγεννητικός Έλεγχος για την Υγεία του Εμβρύου

Η αμνιοπαρακέντηση είναι μια επεμβατική προγεννητική εξέταση που πραγματοποιείται συνήθως μετά τη 15η εβδομάδα της εγκυμοσύνης. Πρόκειται για μια αξιόπιστη διαδικασία που παρέχει πολύτιμες πληροφορίες σχετικά με τη γενετική σύσταση του εμβρύου, επιτρέποντας την έγκαιρη διάγνωση χρωμοσωμικών και γενετικών διαταραχών αλλά και πιθανών εμβρυικών λοιμώξεων.

Η διαδικασίατης αμνιοπαρακέντησης

Η διαδικασία πραγματοποιείται με τη χρήση υπερήχων για την καθοδήγηση της βελόνας. Ο γιατρός εισάγει μια λεπτή βελόνα μέσω της κοιλιάς της μητέρας στο αμνιακό υγρό που περιβάλλει το έμβρυο και συλλέγει μια μικρή ποσότητα υγρού. Το υγρό αυτό περιέχει κύτταρα του εμβρύου, τα οποία μπορούν να αναλυθούν για τη διάγνωση γενετικών και χρωμοσωμικών ανωμαλιών.

Η διαδικασία διαρκεί λίγα λεπτά και εκτελείται συνήθως χωρίς τοπική αναισθησία. Στη συντριπτική πλειονότητα των περιπτώσεων, οι γυναίκες επιστρέφουν στις κανονικές δραστηριότητές τους την ίδια ημέρα, αν και συνιστάται να παραμείνουν σε ανάπαυση για λίγες ώρες μετά τη διαδικασία.

Πλεονεκτήματα και χρήσεις της αμνιοπαρακέντησης:

  • Αξιοπιστία: Η αμνιοπαρακέντηση είναι μια από τις πιο ακριβείς μεθόδους για τη διάγνωση γενετικών και χρωμοσωμικών ανωμαλιών, με ακρίβεια που φτάνει το 99%.
  • Ευρεία εφαρμογή: Εκτός από τη διάγνωση χρωμοσωμικών ανωμαλιών, μπορεί να χρησιμοποιηθεί για τον έλεγχο λοιμώξεων, την παρακολούθηση ορισμένων μεταβολικών νοσημάτων και την εκτίμηση της ωριμότητας των πνευμόνων του εμβρύου.
  • Ενημερωμένη απόφαση: Τα αποτελέσματα της αμνιοπαρακέντησης παρέχουν σημαντικές πληροφορίες στους γονείς, βοηθώντας τους να λάβουν ενημερωμένες αποφάσεις σχετικά με τη φροντίδα του εμβρύου και τη διαχείριση της εγκυμοσύνης.

Κίνδυνοι και επιπλοκές

Η αμνιοπαρακέντηση, όπως κάθε επεμβατική διαδικασία, ενέχει ορισμένους κινδύνους, όπως μια μικρή πιθανότητα αποβολής (περίπου 0,1-0,3%), ήπιες κράμπες, αιμορραγία ή διαρροή αμνιακού υγρού. Οι κίνδυνοι αυτοί είναι ελάχιστοι όταν η εξέταση πραγματοποιείται από εξειδικευμένο ιατρικό προσωπικό σε εξειδικευμένα κέντρα.

Η αμνιοπαρακέντηση αποτελεί ένα βασικό εργαλείο προγεννητικού ελέγχου που προσφέρει πολύτιμες πληροφορίες για την υγεία και την ανάπτυξη του εμβρύου. Με την εξειδίκευση και την εμπειρία μας, φροντίζουμε ώστε η διαδικασία να διεξάγεται με τη μέγιστη δυνατή ασφάλεια, παρέχοντας υποστήριξη και καθοδήγηση στους μελλοντικούς γονείς καθ' όλη τη διάρκεια της εξέτασης.

Υπερηχογραφική Παρακολούθηση Κύησης με Υπολειπόμενη Ανάπτυξη

Η κύηση με υπολειπόμενη ανάπτυξη του εμβρύου (Intrauterine Growth Restriction - IUGR) απαιτεί εξειδικευμένη παρακολούθηση, καθώς ενδέχεται να υπάρχουν αυξημένοι κίνδυνοι για την υγεία τόσο του εμβρύου όσο και της μητέρας. Η υπολειπόμενη ανάπτυξη σημαίνει ότι το έμβρυο δεν αναπτύσσεται κανονικά και είναι μικρότερο από το αναμενόμενο για την ηλικία κύησης. Αυτό μπορεί να οφείλεται σε διάφορους παράγοντες, όπως ανεπαρκής λειτουργία του πλακούντα, προβλήματα στην αιμάτωση, χρωμοσωμικές ανωμαλίες ή άλλες καταστάσεις.

Η υπερηχογραφική παρακολούθηση της κύησης με υπολειπόμενη ανάπτυξη είναι ζωτικής σημασίας για την αξιολόγηση της κατάστασης του εμβρύου και τη λήψη των κατάλληλων μέτρων για τη βελτίωση της υγείας του. Κατά τη διάρκεια της παρακολούθησης, πραγματοποιούνται τα εξής:

  • Βιομετρική Αξιολόγηση
    Σε κάθε υπερηχογράφημα, πραγματοποιούνται μετρήσεις της κεφαλής, της κοιλιάς και του μήκους των οστών του εμβρύου για την εκτίμηση της ανάπτυξής του. Η σύγκριση αυτών των μετρήσεων με τα πρότυπα ανάπτυξης για την ηλικία κύησης μας επιτρέπει να διαπιστώσουμε το βαθμό υπολειπόμενης ανάπτυξης.
  • Εκτίμηση του Αμνιακού Υγρού
    Η ποσότητα του αμνιακού υγρού γύρω από το έμβρυο ελέγχεται τακτικά, καθώς η μείωση της ποσότητάς του μπορεί να σχετίζεται με υπολειπόμενη ανάπτυξη.
  • Έλεγχος της Ροής του Αίματος (Doppler)
    Ιδιαίτερη σημασία έχει η παρακολούθηση της ροής του αίματος στις μητριαίες αρτηρίες, στην ομφαλική αρτηρία, στις εγκεφαλικές αρτηρίες του εμβρύου και στο φλεβώδη πόρο. Η αξιολόγηση της ροής του αίματος μπορεί να αποκαλύψει προβλήματα στην αιμάτωση του πλακούντα ή δυσλειτουργίες που επηρεάζουν τη θρέψη και την οξυγόνωση του εμβρύου.
  • Εκτίμηση της Λειτουργίας του Πλακούντα
    Η θέση, η ωρίμανση και η λειτουργία του πλακούντα αξιολογούνται για να διαπιστωθεί εάν υπάρχει ανεπαρκής παροχή θρεπτικών ουσιών και οξυγόνου προς το έμβρυο.
  • Αξιολόγηση Κινήσεων του Εμβρύου
    Η παρακολούθηση των κινήσεων του εμβρύου αποτελεί σημαντικό δείκτη ευεξίας του. Ο περιορισμός στις κινήσεις μπορεί να υποδηλώνει προβλήματα στην ανάπτυξη ή στη γενική κατάσταση του εμβρύου.

Η υπερηχογραφική παρακολούθηση της κύησης με υπολειπόμενη ανάπτυξη μας επιτρέπει να παρακολουθούμε την πορεία της ανάπτυξης του εμβρύου με ακρίβεια και να εντοπίζουμε έγκαιρα τυχόν προβλήματα που μπορεί να απαιτούν άμεση παρέμβαση. Η διαρκής αξιολόγηση και η εξειδικευμένη φροντίδα που παρέχουμε εξασφαλίζουν ότι οι μέλλουσες μητέρες και τα έμβρυα λαμβάνουν την καλύτερη δυνατή υποστήριξη και την ενδεδειγμένη ιατρική φροντίδα, με στόχο την καλύτερη έκβαση της εγκυμοσύνης.

Υπερηχογραφική Παρακολούθηση Δίδυμης Κύησης

Η δίδυμη κύηση απαιτεί συχνότερη και πιο εξειδικευμένη παρακολούθηση σε σχέση με τη μονήρη κύηση, καθώς συνδέεται με αυξημένες πιθανότητες επιπλοκών και απαιτεί ιδιαίτερη προσοχή για την υγεία τόσο της μητέρας όσο και των εμβρύων. Η υπερηχογραφική παρακολούθηση της δίδυμης κύησης στοχεύει στον έγκαιρο εντοπισμό τυχόν προβλημάτων και στη διασφάλιση της σωστής ανάπτυξης των εμβρύων.

Κατά τη διάρκεια της παρακολούθησης, εξετάζονται:

  • Επιβεβαίωση τύπου δίδυμης κύησης
    Στο αρχικό υπερηχογράφημα, γίνεται διάγνωση του τύπου της δίδυμης κύησης(μονοχοριακή ή διχοριακή). Ο τύπος της δίδυμης κύησης επηρεάζει το πρόγραμμαπαρακολούθησης, καθώς η μονοχοριακή δίδυμη κύηση παρουσιάζει αυξημένο κίνδυνογια συγκεκριμένες επιπλοκές.
  • Αξιολόγηση της ανάπτυξης των εμβρύων:Σε κάθε υπερηχογραφική εξέταση πραγματοποιείται βιομετρικός έλεγχος τωνεμβρύων, μετρήσεις όπως η περίμετρος της κεφαλής, της κοιλιάς και το μήκος τουμηριαίου οστού. Οι μετρήσεις αυτές μας επιτρέπουν να παρακολουθούμε τη σωστήανάπτυξη και το βάρος των εμβρύων και να εντοπίζουμε τυχόν διαφορές στηνανάπτυξή τους.
  • Αξιολόγησητου αμνιακού υγρού:Η ποσότητα του αμνιακού υγρού γύρω από κάθε έμβρυο αξιολογείται προσεκτικά.Ανισορροπίες στο αμνιακό υγρό μπορεί να υποδεικνύουν προβλήματα, όπως τοσύνδρομο μετάγγισης μεταξύ των εμβρύων (Twin-to-Twin Transfusion Syndrome - TTTS) στη μονοχοριακή δίδυμη κύηση.
  • Έλεγχος της ροής του αίματος (Doppler)
    Η υπερηχογραφική παρακολούθηση της δίδυμης κύησης περιλαμβάνει την τακτική αξιολόγηση της ροής του αίματος στα αγγεία των εμβρύων και των μητριαίων αρτηριών. Αυτό είναι σημαντικό για την εκτίμηση της λειτουργίας του πλακούντα και τη διασφάλιση της επαρκούς θρέψης και οξυγόνωσης των εμβρύων.
  • Εκτίμηση του πλακούντα
    Εξετάζεται η θέση, η ωρίμανση και η λειτουργία του πλακούντα, καθώς και η κατανομή του ανάμεσα στα δύο έμβρυα. Ο σωστός διαχωρισμός του πλακούντα στη δίδυμη κύηση είναι κρίσιμος για την ομαλή ανάπτυξη των εμβρύων.
  • Εκτίμηση του πλακούντα
    Εξετάζεται η θέση, η ωρίμανση και η λειτουργία του πλακούντα, καθώς και η κατανομή του ανάμεσα στα δύο έμβρυα. Ο σωστός διαχωρισμός του πλακούντα στη δίδυμη κύηση είναι κρίσιμος για την ομαλή ανάπτυξη των εμβρύων.
  • Αξιολόγηση της θέσης των εμβρύων
    Η θέση των εμβρύων παρακολουθείται τακτικά, ιδιαίτερα προς το τέλος της εγκυμοσύνης, για να καθοριστεί ο τρόπος τοκετού (φυσιολογικός τοκετός ή καισαρική τομή).

Η υπερηχογραφική παρακολούθηση της δίδυμης κύησης διασφαλίζει ότι κάθε στάδιο της ανάπτυξης των εμβρύων παρακολουθείται προσεκτικά και ότι οποιαδήποτε πιθανή επιπλοκή μπορεί να εντοπιστεί έγκαιρα. Η εξειδίκευσή μας στην εμβρυομητρική ιατρική και ο σύγχρονος εξοπλισμός που διαθέτουμε εξασφαλίζουν την ακριβή και εξατομικευμένη παρακολούθηση για κάθε γυναίκα που κυοφορεί δίδυμα, προσφέροντας σιγουριά και υποστήριξη καθ' όλη τη διάρκεια της εγκυμοσύνης.